Soundtrack: το ομώνυμο από Πωλίνα
Τόπος: Διόνυσος-Περιστέρι
Χρόνος: Αμέσως μετά το μούχρωμα
Με παίρνει από το κινητό της (έχει ένα που μοιάζει με γουόκι-τόκι)
- Έλα αγάπη μου, καλά ‘στε αυτού;
- Καλά γιαγιά μου, τέλεια. Μια ανάβουν, μια σβήνουν. Ντισκοτέκ!
- Να μην πηγαίνεις τώρα σε τέτοια μανούλα μου, να βραχυκυκλώσουν κει χάμω και ποδοπατηθείτε.
- Γιατί καλέ; Στα ποδοπατητά βρίσκεις και γκόμενους.
- Όλο γλώσσα είσαι. Ποινού έμοιασες; Η μάνα σου δεν ήταν έτσι.
- Καλά, μην αρχίσεις με τις μπόμπες και τους ναρκομανείς. Σπίτι είμαι.
- Μπράβο! Εμείς, παδά με τον πάππου σου, παίζουμε.(!)
- Τι, σκοτεινό δωμάτιο;
- Απ’ τις επτά μάς είναι κομμένο. Τι να κάνουνε κι οι αθρώποι παιδάκι μου; Παν’ να τους διαλύσουν αυτοί οι χάληδες. Ο πάππους σου είναι να σκάσει. Θέλει να πάει και στην πορεία, τρομάρα να χέσει. Γιώργη, συ κάνεις μπιριμπάκια.
- Α, θα τον δω, με ποιους θα’ ναι;
- Με το σωματείο συνταξιούχων ΔΕΗΣ. Έχουν λυσσάξει τώρα οι γέροι. Όλο ουρές θα ‘ναι οι γιατροί και τα ταμεία, από κει που πηγαίναν μάνι μάνι. Δεν είναι εφτακοσάρα τούτη Γιώργηηη. Μη τυχόν και τηνε γράψεις.
- Υπάρχει τέτοιο;
- Ναι, που πάμε και στο Πόρτο Γερμενό κάθε χρόνο, κι είναι τι ωραία!
- Πες του ραντεβού στο Πεδίον του Άρεως. Να φέρει και γυαλάκια.
- Σώπα, μη τονε ξεσκαλίζεις. Να του ρθει καμιά ξανάστροφη να ‘χουμε άλλα. Το πρωί βάρησε πάλι την κεφαλή του στο ντουλάπι και τον έφαγε η γρίνια. Ποια γυαλάκια; Τα ‘σπασε της πρεσβυωπίας και μου ‘χει κουβαλήσει την παλιοτηλεόραση πάνω στο κομό. Σκατά μου το ‘κανε το σεμέν.
- Θα τον αποστραβώσεις τώρα μες τα σκοτάδια. Πώς βλέπετε και παίζετε;
- Έννοια σου, τον έστειλα και πήρε λάμπες από δαύτες, πώς διάτανο τις λένε; Γιώργη άστον κάτω τον βαλέ, μη γενούμε μπίλιες.
- Υγραερίου;
- Ναι, ναι. Μωρ’ τι παλιόφυλλο είν’ αυτό απόψε; Να’ ρχεις νωρίς για τα γεμιστά γιατί έχω βαφή αύριο.
- Καλα, άστα μου στην κυρα Κική.
Άννα Μαρτίνου