Τόπος: Αθήνα
Χρόνος: 8 Ιουλίου 2009
Soundtrack:
http://www.youtube.com/watch?
Ο φίλος μου ο Αλέξανδρος έχει πολύ περίεργα γούστα. Απεχθάνεται τα μέρη όπου κάθεται κανείς σαν πελάτης και παραγγέλνει το ποτό ή το φαγητό του στον άνθρωπο που πληρώνεται γι’ αυτή την δουλειά κι έπειτα περιμένει καθιστός να του τα φέρουν για να τα απολαύσει καθώς παρατηρεί ή ακούει τους γύρω του εναρμονιζόμενος στην αισθητική και την ατμόσφαιρα του χώρου. Όχι. Ο φίλος μου ο Αλέξανδρος σαν γνήσιος καλλιτέχνης επιλέγει τα μέρη όπου συχνάζει η ζωή στην ανεπιτήδευτη μορφή της, ντυμένη την αφροντισιά του ανεκμετάλλευτου χώρου, της δωρεάν παροχής καθίσματος και την ποικιλία μορφών που παρέχει το πέρασμα. Έτσι παίρνουμε τις μπύρες μας από το περίπτερο και καθόμαστε σ’ ένα παγκάκι της πλατείας Εξαρχείων. Αρχικά λέμε τα νέα μας, κάτι κοινοτυπίες για τα επαγγελματικά μας, μικρές αναφορές στις ανησυχίες μας χωρίς εμβάθυνση, και κυρίως για το αριστούργημα που μόλις είδαμε: Δεσμώτης του ιλίγγου, του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Και πάνω εκεί μας γίνεται η πρώτη κρούση της νύχτας. Έρχεται ένας ξένος κοιτάζοντας τα πόδια μας. Το βλέμμα του είναι νηφάλιο και η όψη του συγκεκριμένη. Δεν είναι πρεζάκι. Σηκώνει το μπουκάλι της μπύρας από κάτω και του το παίρνω από τα χέρια με απορία. Φεύγει χαμογελώντας. Κάτι κατάλαβε, κάπως συνεννοηθήκαμε, δεν έδωσα περισσότερη σημασία. Έπρεπε να πάω στο περίπτερο για τον δεύτερο γύρο για να διευκρινιστεί χωρίς αμφιβολίες η επαφή. Ο ξένος επέστρεψε χαμογελώντας με την οικειότητα της πρώτης μας επαφής και πήρε τα άδεια μπουκάλια από δίπλα μας ρωτώντας με νοήματα, Τα θέλετε. Όχι, λέμε εμείς κι έκανε ο άνθρωπος την δουλειά του μ’ εμάς όπως και με τους υπόλοιπους της πλατείας, μαζεύοντας τα άδεια μπουκάλια κι επιστρέφοντάς τα στο περίπτερο για να πάρει τα 10 λεπτά της αξίας τους. Αξιοπρεπής εξυπηρέτηση με αμελητέο αντάλλαγμα. Αμέσως αισθάνομαι να με περιβάλλει ένα διακριτικό προσωπικό και βολεύομαι πιο άνετα στο ευτελές ταξιδιωτικό μου κάθισμα. Δ.Κ.