ΙΛΙΟΝ, Πάρκο «Αντώνης Τρίτσης»
http://park.ornithologiki.gr/docs/Map.pdf
Τετάρτη 22:15
Soundtrack: Beirut, Mount Wroclai
Πάνε οι δυο τους στο πάρκο που η μία βγάζει βόλτα το σκύλο της, τώρα τελευταία. Θέλει να της δείξει τη λίμνη που ανακάλυψε.
Μπαίνουν από την κεντρική είσοδο. Μόνο η μία από τις τρεις πόρτες είναι ανοιχτή και στριμώχνονται βλακωδώς με μια μητέρα με καρότσι. Προσπερνάνε γρήγορα και αμήχανα. Η μία τρέχει μπροστά από συνήθεια λόγω σκύλου, ενώ η άλλη μουρμουράει μήπως έχει τίποτα ναρκομανείς εκεί πέρα και καλύτερα να πηγαίνουν απ’ τα φώτα.
Όχι, της λέει, το φυλάνε, κι είναι όλο οικογένειες, με καφετέρια και λούνα παρκ, θα δει, φανταστικά!
Παίρνουν ένα καλαμπόκι που αρέσει σ’ αυτή με το σκύλο και η άλλη μπαίνει στην καφετέρια για νερό. Είναι τεράστια, industrial και παίζει δυνατή μουσική. Χαζεύει για λίγο τη μπαργούμαν που πίνει νερό με το καλαμάκι και φεύγει, αν και θα ‘θελε να κάνει το ίδιο.
Συνεχίζουν προς τη λίμνη. Σε λίγο περνάνε μπροστά απ’ το λούνα παρκ. Έχει μόνο αυτές τις πανβάρετες βάρκες που πάνε πέρα δώθε, σκοποβολή και συγκρουόμενα. Στην πίστα δύο κοριτσάκια χορεύουν «Θα ΄ναι σα να μπαίνει η Άνοιξη». Ζηλεύουν και κοιτάζονται στιγμιαία.
Σε λίγο φτάνουν στη λίμνη και κάθονται σε μια ξύλινη εξέδρα που ‘χουν χτίσει πάνω στο νερό.
-Τις προάλλες καθόταν εδώ μια παρέα με κιθάρες και ζήλευα που εγώ ήμουν μόνο με το σκύλο.
Της άλλης της ακούγεται ντεμοντέ αλλά δεν φέρνει αντίρρηση γιατί ψιλοκουνάει εκεί πάνω και τη βρίσκει.
Πάπιες και λίγα σκουπίδια συνθέτουν το γύρω σκηνικό κι ένας ασυνάρτητος διάλογος αρχίζει.
-Ωραία είναι εδώ, λέει αυτή με το σκύλο και κάθεται οκλαδόν, θα θελα να ‘μενα μέσα στο πάρκο...
- Σαν το εξωτερικό είναι, λέει η άλλη, σαν το εξωτερικό της Ελλάδας. Οι λίμνες είναι λίγο θριλερικές πάντως. Πιο πολύ απ’ ότι η θάλασσα.
-Κάτι πετάχτηκε. Γυρίνος δε λέγεται;
-Φταίει που δεν φαίνεται ο βυθός και δεν ξέρεις τι υπάρχει από κάτω, συνεχίζει η άλλη.
-Να το πάλι! Θα ‘στηνα τη σκηνή εκεί πίσω, μέσα στο δασάκι.
-Από πάνω καθρέφτης κι από κάτω θολούρα. Α να το, το ‘δα! Θα ‘χεις και κοτζάμ καθρέφτη εδώ.
-Έλα να κοιταχτούμε να δούμε αν είμαστε όμορφες απόψε. Αυτή με το σκύλο σκύβει με τα μούτρα στη λίμνη και τα μαλλιά της βρέχονται.
Η άλλη αρχίζει να βαριέται και πεινάει, μα σύντομα θα τους συμβεί κάτι εκπληκτικό ή ασυνήθιστο.
-Να σου πω κάτι; Είχες δίκιο χτες, ξεφυσά αυτή με το σκύλο, πάλι εγκαταλείπω. Μην κουνιέσαι συνέχεια, κουνιέται κι η κωλοεξέδρα.
- Μαλακίες. Αυτή η βλακεία της λίμνης συνεχίζει να πετάγεται, μονολογεί η άλλη.
- Από αδυναμία.
- Κι εγώ παραμένω. Από αδυναμία. Να το πάλι! Κι όλο δεν το προλαβαίνω.
- Το ξέρω και λυπάμαι. Και για τις δυο μας.
- Το τέρας του Λιος Νες θα ‘ναι μάλλον. Και μου φαίνεται ότι μας πλησιάζει.
- Σκάσε γιατί εγώ πιστεύω σ’ αυτά. (εννοεί τους εξωγήινους, τα όνειρα, τα ζώδια και τις μαύρες τρύπες). Εγκαταλείπω γιατί δεν θέλω να σπάσω δεσμούς που με κρατάνε ασφαλή και όλο μένω εκτός και κωλώνω και δε ζω τίποτα. Τίποτα συνταρακτικό. Υπηρετώ το μότο της καλής διαχείρισης κι εξοικονόμησης δυνάμεων.
Καταιγισμός σκέψεων-ανυπόφορων τύψεων αυτής με το σκύλο, ενώ αρχίζει κι έχει πολύ υγρασία.
- Αρχίζει κι έχει πολύ υγρασία, λέει η άλλη και τεντώνει τη μπλούζα μέχρι τους αστράγαλους. Παραμένω, επειδή εσύ εγκαταλείπεις. Από πεισματική ηλιθιότητα και εφηβική εμμονή περί συλλογικότητας. Σαν χαλασμένο αρκουδάκι που’ χει βρει σε τοίχο και εξακολουθεί να χτυπάει το κεφάλι του μέχρι να πέσει ξερό, λόγω κακής διαχείρισης και καμίας εξοικονόμησης δυνάμεων. Δεν κουνήθηκα εγώ τώρα, αλήθεια.
Καταιγισμός τύπου αληθοφανών συμπερασμάτων της άλλης, ενώ η λίμνη κάνει ελαφρούς κυματισμούς, πράγμα παράξενο για λίμνη.
- Η λίμνη κάνει ελαφρούς κυματισμούς, πράγμα παράξενο για λίμνη, συνεχίζει η άλλη.
- Γύρισα χτες σπίτι κι έκλαιγα με λυγμούς για τη σκατά θέση στην οποία βρίσκομαι και που σ’ απογοητεύω. Όλους. Και μου ‘ρχεται και τώρα να βάλω τα κλάματα αλλά αν δεν κουνιέσαι εσύ, φοβάμαι λίγο, γιατί ίσως είναι κάτι κάτω από την εξέδρα. Ίσως είναι «αυτό».
Η λίμνη έχει σκεπαστεί με ομίχλη, έχει σχεδόν εξαφανιστεί και αυτό που τις πλησίαζε, τις έφτασε τελικά.
- Είναι σαν ταινία, φωνάζει η άλλη, και την αγκαλιάζει. Κι εγώ χτες, ήθελα όλη τη μέρα να σε παίρνω τηλέφωνο και να σου λέω πόσο σίχαμα είμαι που σε στεναχωρώ και πόσο σ’ αγαπώ κι ότι θα τα καταφέρουμε κι έτσι αποτυχημένες.
Αγκαλιάζονται και κλαίνε γελώντας, ενώ τα μαλλιά τους είναι πια ηλεκτρισμένα και υγρά. Υπό άλλες συνθήκες η άλλη θα’ βριζε και θα ψεκάζονταν με λακ κι αυτή με το σκύλο θα τα πιάνε αλογοουρά.
Η λίμνη έχει αρχίσει να κοχλάζει και η εξέδρα να στροβιλίζεται.
«Αυτό» -ας το πούμε Λιος Νες, παρόλο που δεν του πάει γιατί είναι πολύ γλυκό αν και πελώριο- βρίσκεται όντως το μισό κάτω απ’ την εξέδρα. Το άλλο μισό έχει ξεδιπλωθεί από πάνω τους και τις κοιτάζει μάλλον συγκινημένο. Εκείνες τσιρίζουν.
Μα, το Λιος Νες τις τυλίγει στοργικά στην ουρά του, τις βάζει με μια κίνηση στο στόμα του και βυθίζονται, αφήνοντας πίσω τους αμέτρητες μπουρμπουλήθρες.
Σε λίγο είναι πάλι όλα, όπως πριν. Η λίμνη, οι πάπιες και τα κοριτσάκια στο λούνα παρκ. Αυτές, δεν ξέρουμε αν φαγώθηκαν αγαπημένες από το συγκινημένο Λιος Νες, ή αν σώθηκαν σε μαύρα χάλια, επειδή τις ξέρασε κάπου στην πίσω μεριά της λίμνης.
Δύο μέρες μετά, συνεργεία του δήμου αποξήραιναν τη λίμνη, ως εστία μόλυνσης για το πάρκο και τη γύρω περιοχή, ενώ κάποιοι χάζευαν ένα χαλασμένο δράκο του λούνα παρκ που ανέσυρε ο γερανός από το βυθό και γέμιζε τον κόσμο μπουρμπουλήθρες.
Άννα Μαρτίνου