Friday, 9 November 2007

Μυωπία


Πολεμικό Μουσείο

Βασιλίσσης Σοφίας

23:45 μ.μ.

Soundtrack:The greenhornes, Unnatural habitat

O Μενέλαος Κοζάλος, πατέρας μίας κόρης και δύο αγοριών, ετών 67, περιμένει ταξί. Ο καιρός είναι υγρός. Ο Μενέλαος Κοζάλος δεν αγαπά τη τέχνη. Σχεδόν συνειδητά δεν του αρέσει οτιδήποτε εικαστικό, μουσικό, οπτικοακουστικό. Δεν έχει καμία ιδιαίτερη σχέση με το φαγητό, και αυτή τη στιγμή, στο τέλος μιας μεγάλης μέρας, δεν πεινάει. Προτιμά να μην περπατάει και έχει να κοιτάξει γύρω του χρόνια. Η πόλη τού είναι άχρηστη σε αυτή την εποχή της. Του αρέσουν τα αεροπλάνα, τα μαχητικά αεροπλάνα. Στο σπίτι του, μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης του καταλαμβάνει μια συλλογή από περιοδικά «Πτήση». Όταν τα διαβάζει προσέχει πολύ να μην τσαλακώσει τις σελίδες και να μην φθείρει την ράχη τους. Ο Μενέλαος Κοζάλος έχει 4 βαθμούς μυωπίας στο αριστερό του μάτι και 2 στο δεξί. Σαν παιδί είχε κλίση στα μαθηματικά, ειδικά στην γεωμετρία, στη φυσική και στη μουσική. Όταν ο Μενέλαος παίζει πιάνο τα δάχτυλά του μπορούν να σταματήσουν κάθε συζήτηση σε ακτίνα 100 μέτρων. Αλλά δεν παίζει πιάνο, απλά ξέρει να το κάνει. Έχει πέσει μία φορά από το ποδήλατό του και δεν ξαναδοκίμασε να ανέβει σε οτιδήποτε δίτροχο ποτέ κι όχι από φόβο, απλά επειδή δεν υπάρχει λόγος να συγχωρείς τον χρόνο για τα λάθη σου. Για λόγους προφανείς σε όσους διάβασαν τις παραπάνω γραμμές, ο Μενέλαος δεν έγινε πιλότος πράγμα που τον ενοχλεί αφάνταστα. Θα προτιμούσε να έχει μυωπία στα ακροδάχτυλα και να μην μπορεί να νιώσει το δέρμα της γυναίκας του, Σοφίας, το χιόνι της πατρίδας του, Ηπείρου, τον ηλεκτρισμό της οθόνης της τηλεόρασής του, Samsung. Αυτά κάνει με τα δάχτυλά του ο Μενέλαος Κοζάλος. Χαϊδεύει την γυναίκα του, τα βυθίζει στο χιόνι και καθαρίζει την σκόνη της τηλεόρασης. Και θα τα αντάλλασσε όλα, μαζί με την υπακοή των πλήκτρων του πιάνου, για μια ώρα πτήσης γεμάτη ελιγμούς. Τα παιδιά του έχουν μεγαλώσει.

Βρίσκεται στο αγαπημένο του μέρος στην Αθήνα, νιώθει το κρύο και περιμένει. Στις 23:45 ακριβώς αποφασίζει να μπει στον προαύλιο χώρο του Πολεμικού Μουσείο των Αθηνών, να σπάσει το τζάμι της πόρτας και να κάτσει στο πιλοτήριο ενός εκ των εκθεμάτων.

Το αεροσκάφος Δαίδαλος, πέταξε και σκότωσε στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Στέκεται καθαρό δίπλα σε μια λεωφόρο με μεγάλα κτήρια, μακριά από κάθε ιδέα χώρου για να αναπτύξει ταχύτητα και με την μύτη του τόσο υπερυψωμένη όσο χρειάζεται για να βλέπει τον τελευταίο όροφο της απέναντι πολυκατοικίας. Ο ουρανός βρίσκεται μονίμως εκτός της ορατότητας του Δαίδαλου και ζηλεύει ακόμα και τον πιο επιπόλαιο νεαρό της σχολής Ικάρων που στις παρελάσεις τού κρύβει για δευτερόλεπτα τον ήλιο. Έχει ένα μπάλωμα στην ουρά που δεν φαίνεται πια και του το θυμίζει μόνο ο ξεναγός. Οι καλύτερές του στιγμές είναι όταν ο ξεναγός περιγράφει το στιγμιότυπο του ηρωικού τραυματισμού του και το κοινό καταφέρνει να γνέψει με έναν ελάχιστο θαυμασμό.

Ο Μενέλαος κι ο Δαίδαλος θέλουν εξίσου να απογειωθούν. Ένα μαντήλι από αυτά που μόνο τα στερεότυπα έχουν στην μπροστινή τσέπη του σακακιού τους τυλίγεται γύρω από τα μάτια του Μενέλαου κι ο Δαίδαλος γλείφει την κορυφή του Λυκαβηττού. Τα σίδερά του τρέμουν και ο πιλότος του γελά. Ο Μενέλαος Κοζάλος πετάει, πάνω από τον υγρό καιρό, από τα ταξί, σε ύψος 67 χρόνων επιθυμίας. Στρίβει τον Δαίδαλο στα αριστερά και γκρεμίζει τις κεραίες, στο τσακ σκαρφαλώνει τον Υμηττό. Σειρήνες γεμίζουν τον ήχο κι ο εχθρός πρέπει να αναχαιτιστεί. Ο Δαίδαλος στροβιλίζεται γύρω από τον άξονά του, σχηματίζει κύκλους στον ουρανό της Αττικής, βρέχει την σκουριά του στις ταράτσες και βήχει καπνό. Λερώνει την πόλη με τον παλιό του θόρυβο, απ’ αυτούς που ακούς να ‘ρχονται κι όχι να φεύγουν.

Μα είναι πολλοί, είναι τόσοι πολλοί αυτοί που καταφθάνουν και δεν σαστίζουν παρά μόνο για λίγο μπροστά στον αιφνιδιασμό. Περικυκλώνουν το γέλιο και τον βρίσκουν στο φτερό. Στις 24:01 ακριβώς ο Μενέλαος Κοζάλος συνετρίβει. Στην αγκαλιά των εχθρών του που του έβγάλαν το μαντήλι είπε, «δεν νιώθω τα χέρια μου».

Δανάη Δάσκα


No comments: