Monday 8 December 2008

Talking about the revolution


Τόπος: Κέντρο Αθηνών

Χρόνος: Ένα βράδυ

Soundtrack: Talking about the revolution

http://www.youtube.com/watch?v=7rZbvi6Tj6E


Αυτό που με τρομάζει πιο πολύ απ' όλες τις απειλές είναι που δεν βλέπω το ανάχωμα που θα διακόψει την πτώση του χαμένου.

Ας πούμε πως αυτή την στιγμή γίνεται ένα πάρτυ στην Αθήνα. Οικοδεσπότες είναι οι αθηναίοι πολίτες και προσκεκλημένοι όσοι οπαδοί της δημοκρατίας. (Ιδιαίτερα open πάρτυ!) Ας πούμε επίσης πως είναι απόκριες για να δικαιολογήσουμε κι αυτούς που φοράνε στολές. Όπως συμβαίνει συνήθως στα πάρτυ, έχουν έρθει άνθρωποι που έχουν διάθεση να διασκεδάσουν, να επικοινωνήσουν, να ανταλλάξουν φλερτ και γνώμες, να πιουν δωρεάν ποτά, να καθίσουν σε καναπέδες που δεν είναι δικοί τους και να φάνε με τα χέρια· οι άλλοι έχουν παραμείνει σπίτια τους και το βλέπουν από την τηλεόραση. Όπως είναι επίσης φυσικό το πάρτυ επικεντρώνεται στο καλύτερο σημείο της πόλης, στον πυρήνα. Τέλος ας πούμε ότι το πάρτυ γίνεται με αφορμή κάποια Ελευθερία που όσοι την βλέπουν την ερωτεύονται ασκαρδαμυκτί.

Υπάρχουν λοιπόν κάποιοι που περιφέρονται αργόσχολα γιατί τους αρέσει η πόλη με ή χωρίς την Ωραία Ελευθερία, κάποιοι οι οποίοι χορεύουν σαν δαιμονισμένοι, κάποιοι τρίτοι οι οποίοι κάθονται παράμερα συζητώντας και αυτοί οι οποίοι δεν σταματούν με τίποτα να πίνουν κοιτάζοντας με ζήλια αυτούς που χορεύουν και με καχυποψία αυτούς που συζητάνε. Τώρα δεν πρόκειται για ένα συνηθισμένο πάρτυ όπου όλοι κάνουν λίγο από όλα. Όχι! σ' αυτό το πάρτυ οι συγκεκριμένες δράσεις γίνονται απ' τους συγκεκριμένους ανθρώπους με απόλυτη αφοσίωση, απαρέγκλιτα, σχεδόν μανιωδώς. Είναι σαν να λέμε ο σκοπός τους.

Το κέφι έχει φουντώσει. Οι ομάδες συσπειρωμένες ενεργοποιούνται με πάθος στους τομείς τους, η Αθήνα γιορτάζει. Στην άσφαλτο χύνονται ποτά, τα κράσπεδα θρυμματίζονται από τα χοροπηδητά, οι συζητήσεις διακόπτονται από εκρήξεις σαμπανιών ή από τα ουρλιαχτά χαράς των χορευτών. Οι πιο φιλήσυχοι – αργόσχολοι απομακρύνονται σιγά σιγά, ίσως γιατί έχουν γυναίκα και παιδιά, ίσως γιατί δεν έχουν οπότε δεν τους ενδιαφέρει ποιος θα διοργανώνει από μεθαύριο τα πάρτυ, ίσως γιατί απλώς κουράστηκαν να βλέπουν και ορέχτηκαν λίγο σπιτικό φαΐ. Μένουν οι πιο φανατικοί· αυτοί που θέλουν να χορεύουν και να τα σπάνε όλα χωρίς να τους ενοχλεί κανένας, αυτοί που θέλουν να πίνουν ελέγχοντας από την μπάρα την κατάσταση κι αυτοί που μια ζωή θα συζητούν αλλάζοντας απλώς θέση όποτε τους παρενοχλούν. Το πάρτυ αποκαλύπτει πλέον την μορφή του.

Η βακχεία ως γνωστόν αποχαλινώνει. Η Αθήνα ξεφαντώνει. Η Ελευθερία κρύβεται φοβισμένη, ήταν ήδη πολύ κουρασμένη. Αυτοί που χορεύουν βάζουν τα κλάματα γιατί δεν τους βγαίνει, αυτοί που πίνουν ξεχνούν θυμωμένοι και ξεσπούν οργανωμένα και αυτοί που συζητούν αδυνατούν να πείσουν ακόμα και έναν. Δεν θα μείνουμε μέχρι τέλους. Τι θα καεί, ποιος θα πεθάνει και το δίκαιο ας μείνουν αναπάντητα. Ας επιβιώσουν μόνο αυτοί που κοιμούνται.

Και μην πιστέψετε ούτε στιγμή πως πάρτυ είναι και θα εξαντληθεί.

Δ.Κ.

5 comments:

Doubleface said...

Σε αυτό το πάρτυ δεν είμαστε όλοι καλεσμένοι, έχει πολύ αυστηρή πόρτα. Κάποιοι κοιμούνται και κάποιοι βλέπουν τηλεόραση αλλά κάποιοι βλέπουν τον καπνό να καίει σε λάθος σημεία και τους απαγορεύεται η είσοδος στην πόλη, στη διαμαρτυρία, στο δικαίωμα να χορέψουν κι αυτοί μια φορά αντί να φτιάχνουν το ντεκόρ και να πληρώνουν τα ποτά... γιατί; Γιατί τους αρέσει να χορεύουν με ρυθμό, δεν μεθάνε εύκολα πια και νιώθουν ότι οι συζητήσεις φιλοξενούν συνήθως σόου.

Anonymous said...

Είδα μια αναφορά σε αυτό το άρθρο στο ιστολόγιο του Ανδριωτάκη

http://www.rowanthorpe.com/writing/miscellaneous/rant_about_athens_riots/

και "talking about the revolution" είπα να σας το σφυρίξω, σε περίπτωση που σας ενδιαφέρει...

danae said...

pou re sy? me vgazei se ena arthro sta agglica pou analyei tin katastasi.. mipos mporeis na to ksanabreis?

Ari said...

Στεκόταν εκεί έξω στο μπαλκόνι και προσπαθούσε να διακρίνει τα χαρακτηριστικά των φασαριόζων που τον είχαν ενοχλήσει σε τέτοιο βαθμό που να μη μπορεί να διαβάζει και να μην μπορεί να ακούει μουσική. Να μην μπορεί ούτε και να βγει μια βόλτα με το ποδήλατο του στους δρωμους τους οποιους οι εορτάζοντες είχαν καταλείψει. Του έμοιαζε με ένα ανεξέλεγκτο, ανόητο party το οποίο άνετα θα το χαρακτήριζε και ως πανηγύρι. Κάποιοι άναβαν φωτιές, άλλοι πετούσαν φωτοβολίδες και αρκετοί φώναζαν μεταξύ τους σαν να λογομαχούσαν για κάτι πολύ σημαντικό (που σιγά μην ήταν). Αυτό όμως που τον ενοχλούσε περισσότερο από αυτό το «party» ήταν δυο ομάδες χορευτών οι οποίες χόρευαν αυτό το ακατανόητης ευχαρίστησης τρελό χορό. Τρελός διότι ανάμεσα στις χαρούμενες φωτιές και τις γιορτινές φωτοβολίδες, αυτές οι δυο ομάδες φώναζαν και έσπρωχναν η μια την άλλη σαν να τσακωνόντουσαν, σαν να τις έπαιζαν. Περισσότερο δε έσπρωχνε αυτή η ομάδα τον χορευτών που φόραγαν λευκά κάπελα και πράσινες αλλά και μπλε δήθεν στρατιωτικές στολές, τις οποίες θα τις ειχανε ψωνίσει στο ίδιο καρναβαλικό μαγαζί διότι ολόιδιες ήταν, επίσης και αστείες. Κάποιες φορές αυτοί οι χορευτές έβγαζαν κάτι σαν νεροπίστολα (τι άλλο θα μπορούσε να ήταν), σημάδευαν χωρίς κάποιο κατανοητό από αυτόν κριτήριο και αφού δήθεν πυροβολούσαν, κάποιος έπεφτε κάτω. Και τότε το «party» το οποίο θα μπορούσε άνετα να το χαρακτηρίσει και ως πανηγύρι φούντωνε. Αυτό διότι η άλλη ομάδα χορευτών, οι οποίοι δεν φόραγαν αυτές τις ψεύτικες στρατιωτικές στολές αλλά μαύρες φόρμες και μαντίλια στο πρόσωπο, πετούσε αναμμένα σπιρτάκια και ποπ κορν προς την άλλη ομάδα.


Την φόβισαν οι βλάκες και έχει κρυφτεί κάπου, σκέφτηκε, ενώ έψαχνε με τα μάτια να βρει την Ωραία Ελευθερία, την οποία αν και τόσες φόρες είχε ακούσει να μιλούν για αυτήν, ποτέ δεν την είχε δει. Δεν είχε αντικρίσει ποτέ το βλέμμα της. Δεν είχε μυρίσει ποτέ το άρωμα της το οποίο κάποιοι σύγκριναν με ένα μίγμα από αίσθηση που σου προκαλεί ο ανοιξιάτικος αγέρας ενώ περπατάς ανέμελα στη φύση και οσμή από ιδρώτα λαθρομετανάστη ενώ τρέχει διωκόμενος να γλιτώσει τη ζωή του . Αφού δεν την είδε πουθενά την Ωραία Ελευθερία και αφού έριξε μια υποτιμητική τελευταία μάτια, ξανά μπήκε μέσα.



...Η εντολή από πάνω ήταν ξεκάθαρη αυτή τη φορά. Επιτέλους για να τελειώνουμε, σκεφτόντουσαν όλοι τους ενώ έσφιγγαν δυνατά τα όπλα τους στοχεύοντας προς τους διαδηλωτές.

…αντρεεες, πυρ!

Στην αρχή ακούστηκαν κάποιοι στεγνοί πυροβολισμοί. Αμέσως μετά οι πυροβολισμοί διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλο συνεχίζοντας έτσι για περίπου 10 λεπτά και τα αυτιά όλων όσων είχαν μένει να κοιτάνε στα μπαλκόνια βούησαν. Η κουφή σιωπή της αποκατάστασης της τάξης. Οι διαδηλωτές, οι οποίοι τώρα δεν φώναζαν και ούτε έσπαγαν τζαμαρίες, είχαν ξαπλώσει στο δρόμο βάφοντας κόκκινη την μαύρη άσφαλτο. Ανάμεσα τους ένα πανέμορφο, θεϊκό πλάσμα, νεαρή γυναίκα κάπου στα τριάντα, ντυμένη στα λευκά. Από το πουθενά εμφανίστηκε μια πολύ ηλικιωμένη κυρία. Στο πρόσωπο της οι εκφράσεις είχαν μπερδευτεί. Σαν να έκλαιγε, σαν να χαμογέλαγε. Πλησίασε στα σωριασμένα σώματα και αφού για λίγο κοίταξε όλα τους, έπεσε στα γόνατα πλάι στην ντυμένη στα λευκά νεαρή γυναίκα. Ψυχή μου, σε ξανασκότωσαν, ψιθύρισε και ο αγέρας σκόρπισε τις λέξεις προς παν κατεύθυνση, μαζί με την μυρωδιά των δακρυγόνων. Από τις στάχτες θα ξαναγεννηθείς, σαν τον φοίνικα.


Φιλικά

Unknown said...

Εσύ πρέπει να ήσουν εκεί και να τα έβλεπες.

Καλά έκανες.

Γράφεις ακόμα στίχους;