Τόπος: Αμερικής και Πανεπιστημίου
Χρόνος: Αργά
Soundtrack: It raineth every day, Twelfth Night. Feste’s song
http://www.youtube.com/watch?v=ZVSLVSPeinE&feature=relatedhttp://www.youtube.com/watch?v=q910HEkDOmE&feature=related
Βρισκόμαστε στην οδό Αμερικής. Έξω από ένα θέατρο, μια κοπέλα κάθεται σε παγωμένο μάρμαρο και κλαίει. Προσπαθεί να το συγκρατήσει, να μαζευτεί σε βούρκωμα, να καπνίσει. Δεν τα καταφέρνει. Πνίγεται στο λυγμό και στο σάλιο της. Κλαίει συνειδητά, δηλαδή ούτε από πόνο ούτε από συγκίνηση. Είναι αυτό το άλλο κλάμα που βγαίνει σαν πρόταση, που κάτι περιγράφει. Και δεν σταματά μέχρι να ολοκληρώσει κάποιο νόημα. Και γίνεται ανάμεσα σε άλλες κινήσεις. Χαιρετάει τον κόσμο και κλαίει. Φοράει το σκουφί της και κλαίει. Χαμογελάει στους φίλους της και κλαίει. Πίνει ουίσκι σε πλαστικό ποτήρι και κλαίει. Δεν αποσύρεται. Δεν αντιστέκεται. Σαν αιτιατό που ξέχασε το αίτιό του. Σαν ένα ρήμα που χάνει το υποκείμενο του. Και ζει σε αιώνιο ενεστώτα. Κλαίει, όπως λέμε βρέχει.
Δ.Δ.
3 comments:
Είναι όπως όταν το χιόνι έχει σκεπάσει τα πάντα που λες ότι δε θα λιώσει ποτέ,ότι αιωνίως θα είναι αυτό το λευκό σεντόνι πάνω στη γη.Ευτυχώς που τα πράγματα αλλάζουν.
"Βρέχει - αιωνίως φαίνεται θα βρέχει..." - (Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου).
i do not know what it is about you that closes
and opens;only something in me understands
the voice of your eyes is deeper than all roses
nobody, not even the rain, has such small hands
e.e.cummings
Εγώ θα αφήσω αυτό... Γιατί μου το θύμισε... ιδιαίτερα ο τελευταίος στίχος που μου θυμίζει πάντα τη Δ.
Κ.Χ
Πόσο δίκιο έχεις να μην αντέχεις τον κόσμο. Γιατί στρέφεται με χειρουργική ψυχρότητα και δεν υπολογίζει τη μελαγχολία μας που είναι απαλή και βουτυράτη, γαλακτώδης. Περιμένω καμιά φορά να μου απλώσει το χέρι κάποιος απ' έξω και να με ανεβάσει σ' ένα πατάρι απ' όπου φαίνεται αυτή η ψυχρότητα σαν κάτω, μακριά και να κάτσω με κρεμασμένα πόδια και να καπνίσω ένα τσίγαρό ρίχνοντας τις στάχτες μου πάνω της. Θα σου πω όταν είναι.
Post a Comment